Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2018

Πότε και πως προέκυψαν τα Ποντιακά επώνυμα

Η εικόνα ίσως περιέχει: ένα ή περισσότερα άτομα, μοτοσικλέτα, πίνακας και υπαίθριες δραστηριότητες


Φωτογραφίες και κείμενο
Χρυσόστομος Αργυρόπουλος

Πότε και πως προέκυψαν τα Ποντιακά επώνυμα με καταλήξεις -ίδης, -άδης, -όγλου κλπ.

Από τη βυζαντινή εποχή σε ρόλο επώνυμου άρχισαν να χρησιμοποιούνται τα παρωνύμια ως συνοδευτικά του βαφτιστικού ονόματος. Παράλληλα, για τις μεγάλες αριστοκρατικές οικογένειες καθιερώθηκαν οικογενειακά ονόματα και ονόματα γενεών, τα οποία προέρχονται από τίτλους και αξιώματα.

Κατά την τουρκοκρατία χρησιμοποιούνταν το πατρώνυμο ως συνοδευτικό του κύριου ονόματος. Όσον αφορά στα ποντιακά επίθετα, αυτά άρχισαν να παίρνουν συγκεκριμένες καταλήξεις με κυρίαρχες αυτή σε «-ίδης» και «-άδης» από τα μέσα του 18ου αιώνα, όταν επετράπη από την τουρκική κυβέρνηση η ίδρυση επίσημων ελληνικών σχολείων στον Πόντο, ενώ μέχρι τότε υπήρχαν τα εκκλησιαστικά παλαιού τύπου σχολεία. Η ανάγκη καταγραφής των μαθητών σε μητρώα και καταλόγους, αλλά και η επιθυμία των διδασκάλων για την ελληνική παιδεία και μόρφωση, τους ώθησε να προσθέσουν την αρχαιοπρεπή κατάληξη «-ίδης» στο επώνυμο που είχαν μέχρι τότε οι μαθητές. Βέβαια αρκετά παρέμειναν στην τουρκικής επιρροής κατάληξή τους σε -όγλου (αντίστοιχη του δικού μας -ίδης) που σημαίνει «παιδί του…» διατηρώντας ως ρίζα την ελληνική η και τουρκική λέξη παραγωγής τους, όπως Αράπογλου, Γιάσογλου, Παπάζογλου, Εκμεκτσόγλου (αυτός που παρασκευάζει ψωμί, ο φούρναρης), Κιλπζογλου (ο αξιωματούχος η απλά στρατιωτικός «Σπαθόπουλος»), Ζουρνατζόγλου (αυτός που παίζει το ζουρνά, πνευστό λαϊκό όργανο).

Εξετάζοντας τα ποντιακά και μικρασιάτικα επώνυμα διαπιστώνουμε πως ταξινομούνται σε επώνυμα που προέρχονται από πατρώνυμα, επαγγέλματα, τοπωνύμια και χαρακτηριστικά ή παρατσούκλια. Παρακάτω παραθέτουμε ορισμένα επίθετα από κάθε κατηγορία:
Πατρωνυμικά-Μητρωνυμικά: Αβραμίδης, Αναστασιάδης, Αντωνιάδης, Αποστολίδης, Βασιλειάδης, Γεωργιάδης, Γρηγοριάδης, Δεσποινιάδης, Εμμανουηλίδης, Θεοδωρίδης, Ιασωνίδης, Ιορδανίδης, Ιωακειμίδης, Κωνσταντινίδης, Μιχαηλίδης, Νικολαΐδης, Πασχαλίδης, Πετρίδης, Σαββίδης, Φιλιππίδης, Χριστοφίδης.

Επίθετα από επαγγέλματα-αξιώματα: Ακριτίδης (ακρίτας, φρουρός ίων συνόρων), Αμπατζίδης (κατασκευαστής μάλλινων υφασμάτων), Αρζουχαλτζής (ειδικός γραμματέας-δικολάβος στην τουρκική διοίκηση), Ζουρνατζίδης (ο μουσικός που παίζει ζουρνά), Ζυμαρίδης (αυτός που παρασκευάζει ψωμί, ο φούρναρης), Καζαντζίδης (καζαντζής= χαλκιάς), Καλαϊτζίδης (καλαϊτζίδης= γανωματής), Καρβουνίδης (= ο έμπορος κάρβουνου) Κεμεντζετσίδης (κεμεντζετζής= λυράρης), Κουγιουμτζίδης ή Κοεμτζίδης (κουγιουμτζής= αργυροχρυσοχόος), Μελάς (ο παραγωγός η έμπορος μελιού), Οικονομίδης, Τσιλιγκιρίδης (κλειδαράς), Ουσταμπασίδης (ουστάμπασης= αρχιτεχνίτης, αρχιμεταλλουργός), Πατρικίου, Πεχλιβανίδης (πεχλιβάνης=παλαιστής), Σεφεριάδης (πολεμιστής<σεφέρι= πόλεμος), Σιδερίδης Συγγελίδης (από το εκκλησιαστικό οφίκιο του «συγκέλου» Σύμβουλος του επισκόπου που έμενε μαζί του, στο ίδιο κελί.), Τερζίδης (ράφτης), Υφαντίδης.

Επίθετα από τοπωνύμια: Κανετίδης (ο καταγόμενος από την Αργυρούπολη, από την ονομασία Καν(ιν) της Αργυρούπολης, Κογκαλίδης (από το χωριό Κογκά της Τραπεζούντας), Κοροξενίδης (από το χωριό Κορόνιξα η Κορόξενα της Αργυρούπολης), Μουρατχανίδης (από το χωριό Μουραχτάν), Νικοολιτίδης (από τη Νικόπολη, συναντάται ακόμη και ως Καραχισαρίδης από την τουρκική ονομασία της Νικόπολης «Καραχισάρ»), Λαρχανίδης (από τη Λαραχανή), Πολατίδης (από την περιοχή Πολάτ), Τοκατλίδης (από την Τοκάτη).
Επίθετα από παρατσούκλια και χαρακτηριστικά: Ασικίδης (λεβέντης), Ασλανίδης (από το aslan= λιοντάρι), Ατματζίδης (από το atmaca= γεράκι), Ζαρογουλίδης (αυτός που έχει στραβό λαιμό), Καβουκίδης (από το καβούκ= όστρακο), Καμπουρίδης, Καπασακαλίδης (αυτός που έχει χοντρό πηγούνι), Καρακασίδης (αυτός που έχει μαύρα φρύδια), Κοτσαμπουϊκίδης (= αυτός που έχει μεγάλο μουστάκι), Κωφίδης, Ποζίδης (ξανθός ή σταχτής), Τζεζαϊρλίδης (ναυτικός μελαμψός) Τζιντζής (παιχνιδιάτορας, ταχυδακτυλουργός), Τσαχουρίδης (γαλανομάτης η ξανθός), Τοπαλγιαννίδης (ο γυιος του κουτσού Γιάννη), Τοσουνίδης (ο γλυκούλης, αφράτος), Τσιρκινίδης (άσχημος).

Προσθέτουμε τέλος ως μία αρκετά μεγάλη κατηγορία τα επίθετα με πρώτο συνθετικό το «Χατζή-», που σημαίνει τον προσκυνητή των Αγίων Τόπων, όπως Χατζηαγγελίδης, Χατζηγεωργίου, Χατζηεφραιμίδης, Χατζηιωακειμίδης, Χατζημιχάλης, Χατζηνικολάου, Χατζηπάνος.

Το γεγονός ότι μερικά από τα επώνυμα και όχι μόνο της ποντιακής, που δηλώνουν επάγγελμα η χαρακτηριστικό προέρχονται από τουρκικές λέξεις, δε σημαίνει ότι υστερούν εθνικά. Η μακραίωνη υποδούλωση του ελληνικού έθνους στους Τούρκους είχε ως αποτέλεσμα κάποιες λέξεις της τουρκικής να ενσωματωθούν στην ποντιακή αλλά και στη νεοελληνική. Άλλωστε, τέτοια φαινόμενα παρατηρούνται μεταξύ γειτονικών λαών.

Στην Ιλιάδα και Οδύσσεια ο Αγαμέμνονας λέγεται και Ατρείδης (γιος του Ατρέα) ο Ορέστης αναφέρεται και ως Αγαμεμνονίδης (γιος του Αγαμέμνονα) ο Οδυσσέας φέρει και το όνομα Λαερτ-ιάδης (γιος του Λαέρτη) και ο Μαχάων ακούει και στο Ασκληπ-ιάδης (γιος του Ασκληπιού). Πάνω από 3.000 χρόνια συνεχώς και χωρίς κανένα κενό, οι Έλληνες ονομάζονται με επώνυμα που λήγουν σε - ίδης και -ιάδης, και όχι μόνο οι Έλληνες της του ελλαδικού χωρου αλλα και της και της διασποράς. Μάλιστα από το 1922 και πολλοί μικρασιάτες πρόσφυγες για "ελληνοποίηση" των επωνύμων τους που είχαν θέματα τούρκικα, όπωςε ο Δεμερτζίδης (Σιδερίδης), ο Ακίδης (Ασπρούλης), ο Καζαντζίδης (΄γιος ή απογονος Καζανά) κ.ά.

Τ α σε -ίδης και -ιάδης επώνυμα, λοιπν, πολλαπλασιάστηκαν πολύ μετά την μικρασιατική καταστροφή. Οι πρόσφυγες δεν είχαν σταθερά επώνυμα, όπως και οι Τούρκοι, των οποίων τα επώνυμα καθόρισε με νόμο ο Κεμάλ του 1929. Οι επιτροπές υποδοχής των Ελλήνων προσφύγων έκαναν και χρέη αναδόχων. Σε πολλούς γιους Γιάννηδων έδωσαν το επώνυμο Ιωαννίδης, το παιδί του Κώστα το είπαν Κωνσταντινίδη, ενώ παράλληλα έκαναν και το έργο του εξελληνισμού των επωνύμων: τον Μπαϊρακτάρη τον έκαναν Σημαιοφορίδη, τον Εκμέκογλου Ψωμιάδη.

Στα ετυμολογούμενα επώνυμα έχουν επισημανθεί 65 παραγωγικές καταλήξεις από τις οποίες ξενικής προέλευσης είναι οι παρακάτω: -(ο)πουλος, από το λατινικό pullus (πουλαράκι, πουλάκι) και τον ένθετο φθόγγο ο. Η σημασία της ξεκίνησε από νεοσσούς: αετόπουλο, ορνιθόπουλο, παιδόπουλο, παπαδόπουλο. Σήμερα η υποκοριστική σημασία της δεν είναι αντιληπτή και περισσότερο την αισθανόμαστε ως πατρωνυμική: Αναγνωστόπουλος, γιος του Αναγνώστη. Ήδη στη βυζαντινή εποχή χρησιμοποιείται ως πατρωνυμική κατάληξη (Αργυρόπουλος, Στρατηγόπουλος, γιος ή απόγονος του Αργυρού ή του Στρατηγού) με αμβλυμμένη την υποκοριστική σημασία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ο Σιδηροδρομικός Σταθμός Μουριών

ΜΑΘΑΙΝΩ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΟΥ Ο Σιδηροδρομικός Σταθμός Μουριών και το κλεμμένο όνομα! Η ιστορία μας ξεκινάει από την Οθωμανική αυτοκρατ...